- κώδικας, γενετικός
- Βλ. λ. γενετικός κώδικας.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
κώδικας — Χειρόγραφο βιβλίο το οποίο χρησιμοποιούσαν κυρίως πριν από την εφεύρεση της τυπογραφίας. Ο όρος προέρχεται από τη λατινική λέξη caudex (αργότερα codex), που αρχικά σήμαινε κορμό δέντρου και γενικότερα ξύλο, και κατέληξε να δηλώνει κατά τη ρωμαϊκή … Dictionary of Greek
γενετικός κώδικας — Φυσικό σύστημα κωδικοποίησης των γενετικών πληροφοριών που συναντάται σε όλους τους οργανισμούς ζώων, φυτών, βακτηριδίων και ιών. Ο κώδικας αυτός βρίσκεται στα γονίδια με τη μορφή νουκλεοτιδίων, οι οποίες αντιστοιχούν σε συγκεκριμένα αμινοξέα. Ο… … Dictionary of Greek
κωδικόνιο — Ομάδα τριών νουκλεοτιδικών βάσεων στο DNA ή στο RNA, η οποία παρέχει την πληροφορία για την προσθήκη ενός συγκεκριμένου αμινοξέος κατά τη σύνθεση μιας πολυπεπτιδικής αλυσίδας. Το σύνολο των κ. με τα αντίστοιχα αμινοξέα για τα οποία κωδικοποιούν… … Dictionary of Greek
Γκάμοου, Τζορτζ — (George Gamow, Οδησσός 1904 – Μπάουλντερ, Κολοράντο 1968). Αμερικανός φυσικός, ουκρανικής καταγωγής. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης (τότε Λένινγκραντ), απ’ όπου πήρε το διδακτορικό του δίπλωμα το 1928, και συνέχισε τις σπουδές… … Dictionary of Greek
ημιαυτόνομα οργανίδια — Οργανίδια του ευκαρυωτικού κυττάρου (μιτοχόνδρια και πλαστίδια) που περιέχουν γενετικό υλικό (DNA), καθώς και συστήματα αντιγραφής και έκφρασης της γενετικής πληροφορίας (κατάλληλα ένζυμα, ριβοσώματα κλπ.). Η διχοτόμησή τους απαιτεί και τη… … Dictionary of Greek